Ο ΣΑΒΒΙΔΗΣ ΠΟΥΛΑΕΙ ΤΗΝ DONSKOY TABAK ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΣΕΚΑΠ

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

ΕΦΙΑΛΤΙΚΗ ΝΥΧΤΑ ...



Ο Μπάμπης οδηγός βαρέων οχημάτων. Καταγωγή από ένα χωριό στη βόρεια Ελλάδα. Σκληρό παλικάρι, δουλευταράς, από μικρό παιδί  στο αφεντικό. Άνθρωπος εμπιστοσύνης. Όχι ότι και ότι. Πατημένα τα πενήντα πέντε με οικογένεια, του αρέσει ο καλός μεζές μα πάνω απ’ολα το καλό κρασί. Το τσίπουρο δε, το είχε για νεράκι. Βλέπεις ο χειμώνας στο χωριό του βαρύς με θερμοκρασίες πολύ κάτω από το μηδέν. Ποτέ όμως δεν έδωσε αφορμές. Σκύλος στη δουλειά με αντοχές και εχέμυθος. Εκείνη τη νύχτα όμως έμελε να είναι εφιαλτική. Από νωρίς τον έχουν ειδοποιήσει ότι θα έχει νυχτερινό δρομολόγιο. Δύσκολο φορτίο αλλά χωρίς κανένα φόβο. Το αφεντικό θα διαθέσει και συνοδεία. Διευθυντικό στέλεχος με την XLarge παρέα του. Όλα δείχνουν ότι θα ρολάρει ήσυχα το δρομολόγιο προς Αθήνα. 

Τίποτα δεν προμήνυε ότι μέσα στις άγριες ερημιές χωρίς φεγγάρι,  στο σκοτάδι, μεταξύ απρόσιτων πεδιάδων και καμένων δασών από το παρελθόν, ο εφιάλτης θα παραμόνευε, παίρνοντας χίλιες δυο μορφές, με τους XLarge να είναι υποχρεωμένοι να γυρίζουν με το δάχτυλο στη σκανδάλη, για να διαφυλάξουν το εμπόρευμα και τον Μπάμπη να βρίζει τα θεία,  ιδρωμένο λες και πέρασε δυο εμφράγματα το ένα πίσω από το άλλο.

Από νωρίς το απόγευμα στον κάμπο της αντιλόπης, κάτω από τον καυτό μεσημεριάτικο ήλιο έφτασε μπροστά στο κοντέινερ - γραφείο της εταιρίας ο Τζο. Εργοταξιάρχης. Το έργο μεγάλο. Πολύ μεγάλο. Πέταξε το κασκέτο σκούπισε τον ιδρώτα με το a/c στο φουλ. Κάθισε δίπλα στο τηλέφωνο άναψε τσιγάρο και σχημάτισε έναν αριθμό στο καντράν. Ναι παρακαλώ είπε μια απρόσωπη φωνή. Η γραμματέας κοντά στα εξήντα κάτι μεταξύ βαυαρέζας και ρωσίδας. Χίτλερ με Στάλιν. Τέτοιο πράμα. Εδώ Τζο είπε μιλώντας σιγά. Μάλιστα κύριε του απαντά και πριν πει κάτι ο Τζο ακούγεται στην άλλη άκρη της γραμμής ο διπλωμάτης. Μηχανικός σχεδόν δεξί χέρι του αφεντικού. Λέγε Τζο τι έχουμε; Είναι έτοιμο το εμπόρευμα κύριε μόλις σουρουπώσει θα το συσκευάσουμε. Οκ. Κοίτα με προσοχή σε παρακαλώ και να χρησιμοποιήσεις bagladesiana από αυτά που δεν ξέρουν καλά ελληνικά. Συνεννοηθήκαμε; Μάλιστα κύριε.

Ο Μπάμπης ξέμπλεξε νωρίς κατά τις έξι. Είχε δουλειά αλλά τον είχε καλέσει στο κινητό το κατώτερο διευθυντικό στέλεχος που ήταν εκτός εργοταξίου να πάει να ξεκουραστεί γιατί το βράδυ έχει δρομολόγιο. Κατά τις εννέα τα  bagladesiana φορτώνουν με μεγάλη προσοχή το εμπόρευμα. Είναι βαρύ και μεγάλο. Συσκευασμένο με το Τζο να τηλεφωνεί στο Μπάμπη γύρω στις δέκα. Δώδεκα παρά να είσαι εδώ. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα ξεκινά το convoy. Μπροστά ένα τζιπ της εταιρίας με δυο XL, προπομπός, ο Μπάμπης με το εμπόρευμα και ο διευθυντής με τρεις XL από πίσω με ΙΧ. Ο δρόμος άδειος. Το σχέδιο λέει ότι στα διόδια το convoy περνά μαζί μην τύχει κάνα μπλόκο της αστυνομίας. Στην υπόλοιπη διαδρομή ο προπομπός προηγείται 10 – 15 λεπτά. 

Γύρω στις τρεις τα χαράματα στο παλιό δρόμο έχουν μείνει κάτι κορύνες από παλιά έργα με σήματα σε ένα εσάκι. Ο Μπάμπης έμπειρος πάει να περάσει με γραμμές, να το κάνει μια ευθεία. Έξω δεν υπάρχει ούτε κουκουβάγια. Μόνο που τα σαμαράκια από τα παλιά έργα θα ήταν η αιτία του εφιάλτη. Πατά ο δεξής τροχός του τράκτορα στο σαμαράκι και ο Μπάμπης πριν πει κύμινο ξηλώνει δεξί καθρέφτη και ότι βρίσκει η ελιά, με τον τράκτορα να βρίσκεται μέσα στο χωράφι και το εμπόρευμα σκόρπιο στις ελιές !

Πάγωσε το σύμπαν. Σταμάτησε ο χρόνος. Απροσδόκητος θάνατος. Τα αγόρια πιο ψύχραιμα πεταχτήκαν από το αυτοκίνητο. Ο μπουχέσας καλεί στο κινητό το προπομπό και του ζητά βοήθεια. Τα σιδερικά έχουν βγει από τις θήκες τους. Ο διευθυντής βγάζει από το πορτμπαγκάζ τον εργοταξιακο φακό και ο Μπάμπης από το σοκ δεν νοιώθει τα κάτω άκρα του. Κατέβα κάτω ρε μαλάκα του φωνάζει ο αιμοβόρος. Ο εφιάλτης μόλις ξεκίνησε!

Κυριακή πρωί. Ο Μήτσος ανοίγει το μαγαζί του. Κουδουνάει το κινητό στους ρυθμούς του "μια ζωή εγώ πληρώνω" με την Ρίτα. Στην άλλη άκρη ο Βάϊος. Μακρινοί συγγενείς ψιλορεμάλι τζογαδόρος παντρεμένος με 2 παιδιά. Πάλι δανεικά θέλεις του λέει ο Μήτσος; Δεν σου είπα να κόψεις τα χαρτιά; Τα παιδιά σου δεν τα σκέφτεσαι  Τη γυναίκα σου; Σταμάτα ρε μαλάκα του λέει ο Βάϊος. Βρήκα ένα χέρι από άγαλμα μες στο χωράφι 1,5 με 2 μέτρα … ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ …



Τα ονόματα δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα είναι τυχαία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: