Σύμφωνα με πληροφορίες του Lobbystas.gr, o Ν. Τσουράκης, πρώην προέδρος του Ταμείου Ξενοδοχοϋπαλλήλων (ΤΑΞΥ) απεβίωσε. Είχε κατηγορηθεί για απιστία σε βαθμό κακουργήματος για τα δομημένα του ταμείου με την Marfin. Είχε προφυλακιστεί και αποφυλακίστηκε λίγους μήνες μετά. Ερώτημα νομικό. Τι γίνεται στη περίπτωση όπου ο βασικός κατηγορούμενος έχει απεβιώσει με τους ηθικούς αυτουργούς;
Ακολουθεί το κείμενο του εισαγγελικού πορίσματος Πεπόνη.
«Ειδική κατηγορία της υπό στοιχ. Β’ θεματικής ενότητος της προκαταρκτικής εξετάσεως, συνιστούν τα λεγόμενα “δομημένα” ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου. Από το είδος αυτό των ομολόγων το Ταμείο Ασφαλίσεως Ξενοδοϋπαλλήλων (ΤΑΞΥ) αγόρασε τρία εκδόσεως την 6/7/2005, 7/7/2005 και 13/7/2005 και ειδικότερα τα φέροντα ISIN 1) ΧS0224227313, 2) ΧS0223870907 και 3) XS0223064139, ονομαστικής αξίας 64.000.000, 43.000.000 και 42.348.000 ευρώ αντιστοίχως. Η αξία αγοράς ενός εκάστου των ως άνω ομολόγων ήτο: Για το υπό στοιχ. 1 εξ αυτών 67.110.000 ευρώ, για το υπό στοιχ. 2 44.558.000 ευρώ και για το υπό στοιχ. 3 44.677.140 ευρώ. Διευκρινίζεται στο σημείο αυτό ότι οι υπερτιμημένες τιμές αγοράς που προεξετέθησαν ουδεμία σχέση έχουν με συνυπολογισμό δεδουλευμένων τόκων, αφού ναι μεν εις έκαστον των συγκεκριμένων ομολόγων αντιστοιχούσαν πράγματι δεδουλευμένοι τόκοι, πλην όμως αυτοί συνυπολογίσθηκαν κεχωρισμένως για κάθε ένα αγορασθέν ομόλογο και το τελικό ποσό πληρωμής, για ένα έκαστον των παραπάνω ομολόγων, διεμορφώθη εκ του αθροίσματος της υπερτιμημένης αξίας αγοράς και των αντιστοιχούντων σ’ αυτό δεδουλευμένων τόκων. Έτσι, όπως προκύπτει από σχετική αναλυτική κατάσταση, τιτλοφορούμενη ως «κατάσταση δομημένων ομολόγων», την οποίαν επορίσθημεν από το οικονομικό τμήμα του ΤΑΞΥ, το υπό στοιχ. 1 των προεκτεθέντων ομολόγων είχε δεδουλευμένους τόκους 1.379.583,33 ευρώ, το υπό στοιχ. 2 1.481.277.77 ευρώ και το υπό στοιχ. 3 350.846,22 ευρώ, δηλαδή το σύνολον (και τα για τρία ομόλογα) των δεδουλευμένων τόκων ήτο 3.211.707,32 ευρώ και το σύνολον της ονομαστικής τους αξίας ήτο 149.348.000 ευρώ. Ενώ όμως το σύνολον (και για τα τρία ομόλογα) της συνολικής ονομαστικής τους αξίας και των συνολικών δεδουλευμένων τόκων ήτο 152.559.707,32 ευρώ (149.348.000 + 3 211.707,32), το συνολικό ποσόν πληρωμής που κατεβλήθη για την αγορά τους ήτο 159.556.847,32 ευρώ, δηλαδή υπερτιμημένο κατά 6.997.140 ευρώ (ορ. σχετ. την προμνησθείσα «Κατάσταση δομημένων ομολόγων» του ΤΑΞΥ, στην οποία εμπεριέχονται ειδικότερες στήλες με το ISIN εκάστου ομολόγου, την ονομαστική του αξία, την αξία αγοράς του, τους δεδουλευμένους τόκους και το συνολικόν ποσόν πληρωμής του). Επιτονίζεται ότι, όπως προκύπτει από τις μηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του ΤΑΧΥ, από 30/9/2005 και εντεύθεν, η τρέχουσα αξία ή αξία αποτιμήσεως των συγκεκριμένων ομολόγων υπολείπεται ουσιωδώς και διαρκώς της ονομαστικής τους αξίας, στην κατάσταση δε της 30/3/2007, που διεβίβασεν στο ΤΑΞΥ η Τράπεζα της Ελλάδος, στην ονομαστική αξία των 64.000.000 ευρώ του υπό στοιχ. 1 των ως άνω ομολόγων αντιστοιχεί πραγματική (τρέχουσα ή αποτιμήσεως) αξία ύψους 47.146.240 ευρώ, στην ονομαστική αξία των 43.000.000 ευρώ του υπό στοιχ. 2 των συγκεκριμένων ομολόγων αντιστοιχεί πραγματική (τρέχουσα ή αποτιμήσεως) αξία ύψους 31.676.380 ευρώ και στην ονομαστική αξία των 42.348.000 ευρώ του υπό στοιχ. 3 ομολόγου αντιστοιχεί πραγματική (τρέχουσα ή αποτιμήσεως) αξία ύψους 32.325.498,84 ευρώ. Δηλαδή, την 30/3/2007 και επί τη βάσει της ως άνω καταστάσεως της ΤτΕ, σε συνολική ονομαστική αξία και των τριών ομολόγων για τα οποία γίνεται λόγος, ύψους 149.348.000 ευρώ, αντιστοιχεί πραγματική (τρέχουσα ή αποτιμήσεως) αξία ύψους 111.148.118,84 ευρώ, άλλως η συνολική πραγματική αξία υπολείπεται της συνολικής ονομαστικής κατά 38.199.882 ευρώ. [Ορ. τις μηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του Ταμείου του ΤΑΞΥ, που ελήφθησαν δειγματοληπτικώς από 31/8/2005 έως και 31/3/2006, αλλά και την κατάσταση της Τράπεζας της Ελλάδος που προαναφέρθηκε, με τη διευκρίνιση ότι οι αγορές που έχουν σχέση με τα συγκεκριμένα ομόλογα εγένοντο σταδιακώς και άρχισαν να εμφανίζονται στις ως άνω μηνιαίες οικονομικές καταστάσεις από του μηνός Σεπτεμβρίου 2005 και εντεύθεν, με υπολειπομένη αρχήθεν και δη ουσιωδώς την τρέχουσα αξία έναντι της ονομαστικής αξίας των τίτλων. Πλέον συγκεκριμένα, οι αγορές άρχισαν να πραγματοποιούνται, σταδιακώς εξελισσόμενες, από τον Σεπτέμβριο του 2005 (γι’ αυτό εμφανίζονται το πρώτον στις μηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του Σεπτεμβρίου 2005) έως τον Μάρτιο του 2006.] Πωλήτρια των «δομημένων» ομολόγων, για τα οποία γίνεται λόγος, ήτο η Marfin Bank ΑΤΕ, στην αγορά τους δε προέβη, διά συγκεκριμένων αποφάσεών της, τριμελής επενδυτική επιτροπή του ΤΑΞΥ, αποτελουμένη από τον πρόεδρο του ΔΣ αυτού Νικόλαο Τσουράκη, ως πρόεδρόν της, και τους Νικόλαον Μελισσάρη, αντιπρόεδρον του ΔΣ, και Μιχαήλ Λαζαρίδη, μέλος του ΔΣ, ως μέλη. Η ως άνω τριμελής επιτροπή αρύετο τις εξουσίες και τις αρμοδιότητές της από τις υπ’ αριθμ. 458/38/6.7.2005, 480/40/13.7.2005, 526/42/27.7.2005, 554/46/24.8.2005 και 42/2/11.1.2006 αποφάσεις του ΔΣ του Ταμείου. Σημειούται ότι ο πρόεδρός της και πρόεδρος του ΔΣ του Ταμείου Νικόλαος Τσουράκης είναι οικονομολόγος και κέκτηται ειδικές περί τα ομόλογα γνώσεις, πέραν των άλλων και διότι είχεν ασχοληθεί και κατά το παρελθόν με αυτά, όπως ο ίδιος δηλώνει στην από 8/6/2007 ανωμοτί ενώπιόν μας κατάθεσή του, δηλώνοντας ωσαύτως ότι και τα έτερα δύο μέλη της συγκεκριμένη επιτροπής «γνώριζαν τα θέματα των ομολόγων...». Ο Νικόλαος Μελισσάρης, μέλος της επιτροπής και αντιπρόεδρος του ΔΣ του Ταμείου, στην από 6/6/2007 ανωμοτί ενώπιόν μας κατάθεσή του, καταθέτει ότι ο Νικόλαος Τσουράκης είχε τον πρωτεύοντα και κυρίαρχο ρόλο στη διαδικασία αγοράς των συγκεκριμένων ομολόγων, ενώ το τρίτο μέλος της επιτροπής Μιχαήλ Λαζαρίδης, στην από 6/6/2007 ανωμοτί ενώπιόν μας εξέτασή του, εμφανίζει τον πρόεδρο της επιτροπής και πρόεδρον του Ταμείου Νικόλαο Τσουράκη ως ευεπίφορον σε παρεμβάσεις τρίτων επί επενδυτικών θεμάτων και ως έχοντα τον πρωτεύοντα ρόλο στις σχετικές διαδικασίες για την αγορά των συγκεκριμένων ομολόγων. Άξιον περαιτέρω επισημάνσεως είναι και το γεγονός ότι η τμηματάρχης του Οικονομικού Τμήματος του Ταμείου Αγγελική Κουτρούμπα και η προϊσταμένη του Λογιστηρίου Ελένη Μελάνη εμφανίζουν τον πρόεδρον του Ταμείου και πρόεδρον της επενδυτικής επιτροπής Νικόλαον Τσουράκη ως δυσφορούντα και αντιδρώντα, σκαιώς και επιθετικώς πλειστάκις, εναντίον τους και εξαιτίας της εμμονής τους περί τηρήσεως της νομιμότητος επί επενδυτικών θεμάτων, ενώ η προϊσταμένη του Λογιστηρίου Ελένη Μελάνη, στην από 15/6/2007 ένορκη μαρτυρική κατάθεσή της, καταθέτει ότι «τον Μάρτιο του 2007, όταν ξέσπασε ο θόρυβος με τα ομόλογα, δέχτηκα τηλεφώνημα στο γραφείο μου από τον κ. Τσουράκη, τον πρώην πρόεδρο του ΤΑΞΥ. Στη συνομιλία που είχα μαζί του, μου συνέστησε να μη δώσω στοιχεία για τα ομόλογα, γιατί όπως μου είπε, εάν το έκανα, θα με έστελνε στον Εισαγγελέα. Εγώ τότε έκπληκτη τον ρώτησα “Τι είναι αυτά που λέτε, με εκβιάζετε;” και αυτός τότε ξέσπασε πάλι σε ύβρεις απέναντί μου και χυδαίες εκφράσεις και έκλεισε το τηλέφωνο…». Η προϊσταμένη του Οικονομικού Τμήματος του Ταμείου Αγγελική Κουτρούμπα, στην από 13/6/2007 ενώπιόν μας κατάθεσή της, καταθέτει για τον αντιπρόεδρο του ΔΣ και μέλος της Τριμελούς Επενδυτικής Επιτροπής Νικόλαο Μελισσάρη ότι της συνέστησε να μην αναφέρει στις μηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του Ταμείου την αξία αποτιμήσεως των ομολόγων που είχαν αγορασθεί, αυτό δε το επιβεβαιώνει και η προϊσταμένη του Λογιστηρίου του Ταμείου Ελένη Μελάνη, στην από 15/6/2007 κατάθεσή της, προσθέτουσα ότι, μετά από συζήτηση που είχαν με την κα Κουτρούμπα «αποφασίσαμε να συνεχίσουμε την αναγραφή και της τρέχουσας αξίας των ομολόγων, όπως ακριβώς κάναμε έως τότε», αφού «πάντως, χωρίς την αναγραφή της τρέχουσας αξίας στην οικονομική κατάσταση, δεν θα φαινόταν η πραγματική οικονομική κατάσταση του Ταμείου τη συγκεκριμένη στιγμή…» (ορ. Από 13/6/2007 και 15/6/2007 ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις Αγγελικής Κουτρούμπα και Ελένης Μελάνη, αντιστοίχως). Η πωλήτρια των ομολόγων Marfin Bank ετιμωρήθη για τις συγκεκριμένες συναλλαγές της από την ΤτΕ στη συνεδρίαση ΕΤΠΘ 244/30.5.2007, με εξαμηνιαία άτοκη κατάθεση στην ΤτΕ συνολικού ποσού 8.000.000 ευρώ. Από την ανάγνωση του σκεπτικού της σχετικής αποφάσεως προκύπτει ότι ενεφανίσθη η υπερτιμημένη αγορά και ειδικότερα το χρηματικό ποσόν της υπερτιμήσεως ως προμήθεια υπολογιζομένη σε συγκεκριμένο ποσοστό ετησίως, παρά το γεγονός ότι η πωλήτρια των τίτλων τράπεζα δεν παρείχε διαρκείς υπηρεσίες, αλλά μόνον εφ’ άπαξ μεσολάβηση παρέσχε. Το ανωτέρω σαφώς συνιστά τέχνασμα το οποίο τα μέλη της Τριμελούς Επενδυτικής Επιτροπής που προαναφέρθηκε, σε συνεργασία με τους υπευθύνους της Marfin Bank, μετήλθαν, προκειμένου να παράσχουν νομιμοφάνεια στην παράνομη ενέργειά τους. Θα πρέπει, συνεπώς, επί τη βάσει των προεκτεθέντων, να ασκηθεί ποινική δίωξη κατά των προαναφερθέντων μελών της Τριμελούς Επενδυτικής Επιτροπής του Ταμείου, για την κακουργηματική αξιόποινη πράξη της απιστίας περί την υπηρεσίαν, κατά συναυτουργίαν και κατ’ εξακολούθησιν, με ιδιαίτερα τεχνάσματα, με αντικείμενο ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας, που υπερβαίνει τα 73.000, αλλά και τα 150.000 ευρώ και φθάνει τα 6.997.140 ευρώ, υπό ιδιαζόντως επιβαρυντικές περιστάσεις και επί μακρόν χρόνον, εις βάρος νομικού προσώπου Δημοσίου Δικαίου (άρ. 26 παρ. 1α, 27, 13 περ. α, 263α, 45, 98, 256 περ. γ, υποπερ. αα, ββ Π.Κ. και αρ. 1 παρ. 1 εδ. β΄ και γ΄ του Ν. 1608/1950), ενώ εις βάρος των υπευθύνων της Marfin Bank ΑΤΕ, που προήλθαν στις συγκεκριμένες συναλλαγές με το ΤΑΞΥ, θα πρέπει να ασκηθεί ποινική δίωξη για ηθική αυτουργία κατ’ εξακολούθησιν, στο είδος της απιστίας που προαναφέρθηκε (άρ. 26, 27, 46 παρ. 1α, 98, 256 περ. γ, υποπερ. αα, ββ Π.Κ. και άρ. 1 παρ. 1 εδ. β΄, γ΄ του Ν. 1608/1950)».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου